Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2025

Ανακοίνωση του Γρηγόρη Χρυσοστόμου προς τον λαό του Έβρου (1958)

Με τον αγαπημένο του γιο Ζαφείρη
 Η ανακοίνωση του πρώην υπουργού και αγωνιστή Γρηγόρη Χρυσοστόμου, δημοσιευμένη το 1958,
λίγο πριν τον ξαφνικό θάνατό του, αποτελεί μια ειλικρινή αποτίμηση της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης εκείνης της εποχής. Ο Χρυσοστόμου, με εμφανή απογοήτευση για την παραγκώνισή του από το Κόμμα των Φιλελευθέρων μετά το 1956, αναδεικνύει τη διαρκή του πίστη στα λαϊκά και δημοκρατικά ιδεώδη, υπερασπίζεται τα δικαιώματα των αγροτών και των εργαζομένων και στηλιτεύει την εγκατάλειψη της επαρχίας έναντι των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Μέσα από την αυτοκριτική και την αδιαπραγμάτευτη στάση του, προτάσσει την ενότητα και την αγωνιστικότητα, καλώντας τον λαό του Έβρου να μείνει προσηλωμένος στις αξίες της δικαιοσύνης, της διαφάνειας και της πραγματικής λαϊκής ενότητας.


 

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2025

Τοπική Ηλεκτροδότηση πριν τη ΔΕΗ: Το χρηματικό ένταλμα της Ορεστιάδας για παροχή ρεύματος από εργολάβο το 1935

 Το χρηματικό ένταλμα της Ορεστιάδας του 1935 αποτελεί πολύτιμο αρχειακό τεκμήριο για την τεχνολογική και κοινωνική ιστορία της περιφερειακής Ελλάδας. Το έγγραφο αυτό αποτυπώνει τον τρόπο με τον οποίο εξασφαλιζόταν η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στη Θράκη και σε πολλά μικρά αστικά κέντρα της εποχής: όχι από κάποια κρατική υπηρεσία ή ενιαίο δίκτυο, αλλά μέσω εργολάβων που διέθεταν δικές τους μικρές ηλεκτρογεννήτριες, πολύ πριν την ίδρυση της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) και τη διασύνδεση της χώρας.​

Το ένταλμα φέρει την επίσημη κεφαλίδα «Χρηματικόν Ένταλμα εις βάρος του Προϋπολογισμού» και εκδόθηκε υπέρ του εργολάβου Τρανού Ιωάννη, με συνολικό ποσό 19.310 δραχμών. Πρόκειται για χαρακτηριστική γραφειοκρατική φόρμα της εποχής, με ημερομηνία 30/8/1935 και σφραγίδα της Κοινότητας Ορεστιάδος. Η καταβολή του ποσού αφορά την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος εντός της Ορεστιάδας για τον Ιούλιο του 1935 και συνοδεύεται από τις υπογραφές των τοπικών αξιωματούχων και σχετικές σημειώσεις.

​Τη δεκαετία του 1930, η ηλεκτρική ενέργεια παρέμενε πολυτέλεια για τα περισσότερα χωριά και μικρές πόλεις της Ελλάδας. Δεν υπήρχε εθνικό ή διασυνδεδεμένο δίκτυο· οι μεγάλες εταιρείες ηλεκτρισμού περιορίζονταν στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ η ύπαιθρος στηριζόταν σε εργολάβους ή τοπικούς επιχειρηματίες με μικρά εργοστάσια, περιορισμένης ισχύος και ωραρίου. Οι διακοπές ήταν συχνές, το κόστος υψηλό, και η παροχή γινόταν με καύσιμα όπως πετρέλαιο ή γαιάνθρακα.

Αυτή η πρακτική διήρκεσε έως το 1950, οπότε και ιδρύθηκε η ΔΕΗ και ξεκίνησε η μεγάλη ενοποίηση και εξαγορά όλων των ιδιωτικών εταιρειών και δημοτικών μονάδων ηλεκτροδότησης. Το ένταλμα της Ορεστιάδας φανερώνει γλαφυρά μια εποχή όπου ο ηλεκτροφωτισμός των δρόμων και η ύπαρξη ρεύματος στα σπίτια αποτελούσαν δείγματα προόδου και ανερχόμενης τοπικής ευημερίας.

Η ψηφιακή ανάρτηση του συγκεκριμένου εγγράφου, συνοδευόμενη από την παρούσα ιστορική ανάλυση, βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει πληρέστερα το κοινωνικό και τεχνολογικό τοπίο της προπολεμικής επαρχίας, καθώς και τον σημαντικό ρόλο των τοπικών αρχείων στη διατήρηση της συλλογικής μνήμης.


 

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

Υπόθεση συκοφαντικής δυσφημήσεως στον Πεντάλοφο (1936) και ο ρόλος του Γρηγόρη Χρυσοστόμου

Μια μαρτυρία για τη δικαιοσύνη, την κοινωνία και την πολιτική ατμόσφαιρα του Μεσοπολέμου

Στις 23 Μαΐου 1936, η τοπική εφημερίδα "Πρόοδος" δημοσίευσε την είδηση μιας δίκης που είχε προκαλέσει ζωηρό ενδιαφέρον στην κοινή γνώμη της περιοχής. Η υπόθεση αφορούσε τον ιερέα Γεώργιο Παπαδημητρίου από τον Πεντάλοφο, ο οποίος εφερόταν ότι διέδωσε φήμη εις βάρος του σταθμάρχη Σ. Κουλοχέρη, χαρακτηρίζοντάς τον «κομμουνιστή». Ο σταθμάρχης υπέβαλε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση, θεωρώντας ότι τέτοια φήμη μπορούσε να θίξει ανεπανόρθωτα την τιμή και την επαγγελματική του θέση.

Στη δίκη, ο ιερέας υπερασπίστηκε τον εαυτό του προβάλλοντας την καλή του πίστη και την απουσία πρόθεσης βλάβης. Τόνισε ότι όσα ανέφερε προήλθαν από παρανόηση ή λανθασμένη πληροφορία, χωρίς σκοπό δυσφήμησης. Ο συνήγορός του, κ. Χ. Παπαδόπουλος, επεσήμανε το ήθος και την κοινωνική προσφορά του κατηγορουμένου, επιδιώκοντας την επιείκεια του δικαστηρίου.

Από την άλλη πλευρά, ο συνήγορος υποστήριξης της κατηγορίας, κ. Γρηγόρης Χρυσοστόμου, αναδείχθηκε σε κεντρική φυσιογνωμία της διαδικασίας. Με νηφαλιότητα αλλά και αυστηρότητα, υπογράμμισε ότι η ελευθερία του λόγου δεν μπορεί να μετατρέπεται σε μέσο προσβολής της υπόληψης των πολιτών, ιδίως σε εποχές όπου ο δημόσιος υπάλληλος φέρει αυξημένο ηθικό βάρος. Υποστήριξε ότι η κοινωνία έχει ανάγκη από προστασία της επαγγελματικής τιμής και από σεβασμό στην αλήθεια, προκειμένου να μην δηλητηριάζεται από ανεύθυνες ή πολιτικά φορτισμένες κατηγορίες.

Το Δικαστήριο, σταθμίζοντας τις απόψεις των δύο πλευρών, αναγνώρισε ότι η πράξη ήταν μεν δυσφημιστική, αλλά διαπράχθηκε χωρίς δόλο. Επέβαλε ποινή δέκα ημερών φυλάκισης, η οποία μετατράπηκε σε πρόστιμο 200 δραχμών. Το αποτέλεσμα αυτό φανερώνει μια πρακτική επιείκεια απέναντι στους κληρικούς και στους κοινωνικά σεβαστούς θεσμούς, χαρακτηριστική της ελληνικής επαρχίας του Μεσοπολέμου.

Η ημερομηνία του δημοσιεύματος – Μάιος 1936 – συμπίπτει με μια κρίσιμη καμπή της νεοελληνικής ιστορίας. Μόλις λίγες εβδομάδες πριν, είχαν σημειωθεί τα αιματηρά γεγονότα της Θεσσαλονίκης, ενώ ο Ιωάννης Μεταξάς είχε ήδη αναλάβει την πρωθυπουργία (Απρίλιος 1936). Η χώρα βίωνε πολιτική αβεβαιότητα, κοινωνική ένταση και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε βενιζελικούς, βασιλικούς και κομμουνιστές.

Σε αυτό το κλίμα, η κατηγορία του “κομμουνισμού” είχε αποκτήσει βαρύτατο συμβολικό και κοινωνικό φορτίο. Η απλή υπόνοια μπορούσε να οδηγήσει σε διοικητικές κυρώσεις, επαγγελματικό αποκλεισμό ή κοινωνική απομόνωση. Επομένως, η δικαστική αυτή υπόθεση υπερβαίνει το επίπεδο μιας τοπικής διαφοράς· αντανακλά την ψυχολογία φόβου και επιτήρησης που είχε αρχίσει να κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία λίγο πριν την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου.

Η συμμετοχή του Γρηγόρη Χρυσοστόμου ως συνηγόρου υποστήριξης της κατηγορίας αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Ανήκοντας στον νομικό κόσμο της Δυτικής Μακεδονίας, ο Χρυσοστόμου εκπροσώπησε μια γενιά επαρχιακών νομικών που υπηρέτησαν τη δικαιοσύνη σε περιόδους πολιτικής ρευστότητας. Με επιχειρηματολογία βασισμένη στο δίκαιο της τιμής και στην ανάγκη διατήρησης της κοινωνικής τάξης, συνέβαλε στη διαμόρφωση ενός δικαστικού λόγου που συνδύαζε την υπεράσπιση των θεσμών με τον σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Το έργο του στη συγκεκριμένη υπόθεση φωτίζει τη λειτουργία της τοπικής δικαιοσύνης ως μηχανισμού κοινωνικής εξισορρόπησης· αναδεικνύει επίσης τη μεταβατική φάση της ελληνικής επαρχίας, όπου οι παραδοσιακές αξίες (θρησκεία, τιμή, ευπρέπεια) συνυπήρχαν με την αναδυόμενη κρατική πειθαρχία του μεσοπολέμου.

Το δημοσίευμα της 23ης Μαΐου 1936 δεν αποτελεί απλώς είδηση δικαστικού περιεχομένου· είναι ένα πολύτιμο τεκμήριο για την κατανόηση του πολιτικού, κοινωνικού και ηθικού πλαισίου της προμεταξικής Ελλάδας. Η παρουσία του Γρηγόρη Χρυσοστόμου στη δίκη αυτή προσφέρει ένα παράδειγμα νομικής δράσης και ήθους σε καιρούς δύσκολους, όπου η έννοια της δικαιοσύνης συνυφαίνεται με την κοινωνική ισορροπία και τη διατήρηση της ευπρέπειας του δημόσιου βίου.

 


Μεταγραφή άρθρου :

 

ΜΙΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΔΙΚΗ ΕΙΣ ΤΟ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟΝ ΜΑΣ

Την παρελθούσαν Τετάρτην ἐνώπιον τοῦ τιμημένου Πλημμελειοδικείου τῆς πόλεώς μας, ἐξεδικάσθη ἡ κατὰ τοῦ ἱερέως Γ. Παπαδημητρίου ἐκ Πενταλόφου δίκη, κινουμένη ὑπὸ τοῦ διευθυντοῦ σταθμάρχου Πενταλόφου κ. Σ. Κουλοχέρη, ἐπὶ συκοφαντικῇ δυσφημήσει.

Συνηγόρευσαν ὑπὲρ τοῦ πολιτικοῦ κατηγόρου οἱ κ.κ. Μπαμπάκος καὶ Χρυσοστόμου, ὑπὲρ δὲ τοῦ κατηγορουμένου ὁ κ. Χ. Παπαδόπουλος.

Αφορμή τοῦ ἐγκλήματος ὑπήρξεν ὅτι ὁ ἱερεύς Παπαδημητρίου εἰς Πεντάλοφον, ὅπου ἱερουργεῖ, ἐδήλωσε κατ’ ἐπανειλημμένας συνομιλίας καὶ δημοσίας ὁμιλίας του πρὸς τοὺς κατοίκους ὅτι ὁ σταθμάρχης Κουλοχέρης εἶναι κομμουνιστής.

Ἡ ἀνακριτικὴ διαδικασία ἐπικυρώθη, ὅπως ἀνεγνώσθησαν αἱ ἐκθέσεις καὶ αἱ ἄλλαι ἀποδείξεις, ἐν αἷς καὶ ἡ ἐν Πενταλόφῳ δηλωθεῖσα ὑπὸ Μηχανικοῦ Ἀρβανιτίδου περὶ τοῦ περιεχομένου τοῦ δημοσιεύματος.

Ὁ Παπαδημητρίου, ὁ ἱερεύς, ἐδήλωσε ὅτι δὲν εἶχεν οὐδεμίαν κακήν πρόθεσιν, ἀλλ’ ἀπλῶς ὑπήρξεν παρακινηθεὶς ἐκ τῶν συμβάντων τοῦ τόπου καὶ ὑπέπεσεν εἰς σφάλμα ἐκ παρανοήσεως.

Μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τῶν καταθέσεων τῶν μαρτύρων, οἵτινες ἐβεβαίωσαν τὸ ἀγαθὸν ἦθος καὶ τὴν σεμνότητα τοῦ κατηγορουμένου, ὁ κ. Χ. Παπαδόπουλος ἐτόνισε ὅτι ὁ πελάτης του ἔπραξε ἄνευ κακῆς προαιρέσεως καὶ ὅτι ἡ ἐνέργειά του ἦτο καρπὸς ἀπλῆς παρανοήσεως.

Εἶτα ὁ συνήγορος τοῦ μηνυτοῦ κ. Χρυσοστόμου ἀνεφέρθη ἐκτενῶς εἰς τὴν ἀνάγκην ὅπως πᾶς πολίτης καὶ μάλιστα ἱερεύς φυλάττῃ τὸ μέτρον καὶ ἐξετάζῃ ἐπιμελῶς πρὶν ἐκφέρει κατηγορίας ἃς δύνανται νὰ θίξωσι τὴν ὑπόληψιν ἑνὸς ἀνθρώπου.
Ἐτόνισε ὅτι τὸ καθῆκον ὅλων εἶναι νὰ σεβῶνται τὴν ἀλήθειαν καὶ νὰ μὴ παρασύρονται ὑπὸ ἀνεπιβεβαίων ἐντυπώσεων, διότι οὕτως ἐπηρεάζονται ἔργα καὶ σταδιοδρομίαι.

Τὸ Δικαστήριον, λαβὸν ὑπ’ ὄψιν τὰς δηλώσεις τοῦ κατηγορουμένου καὶ τὰς ἀντιρρήσεις τῶν συνηγόρων, ἀπεφάνθη ὡς προεγράφη, ἐπιβάλλον ποινὴν φυλακίσεως 10 ἡμερῶν, μετατραπεῖσαν εἰς πρόστιμον 200 δραχμῶν καὶ τὰ ἔξοδα τῆς δίκης.

Ἐπῆλθεν συγκίνησις ἐν τῷ ἀκροατηρίῳ, καθόσον πλῆθος κατοίκων Πενταλόφου παρῆσαν καὶ ἐδήλωσαν τὴν ἐκτίμησίν των πρὸς τὸ σεβάσμιον πρόσωπον τοῦ κατηγορουμένου.
Ὁ δὲ ἱερεὺς Παπαδημητρίου ἐξήλθεν τοῦ δικαστηρίου ὑπὸ χειροκροτήματα καὶ ἐπευφημίας τῶν συγχωριανῶν του.

 

Διοικητική Δομή και Εξουσία στην Επαρχία Ορεστιάδας το 1931: Παρουσίαση Ιστορικού Εγγράφου

 Το παρόν διοικητικό έγγραφο, συνταγμένο στην Ορεστιάδα στις 5 Νοεμβρίου 1931, αποτυπώνει με τυπικό αλλά ουσιαστικό τρόπο τις δομές διοίκησης και τις διοικητικές ιεραρχίες της εποχής στη βόρεια Θράκη. Αναφέρεται η Επαρχία Ορεστιάδος ως βασική διοικητική βαθμίδα, με τον Έπαρχο Β. Παρμενίδη στη διοικητική κορυφή, ο οποίος απευθύνεται στον Πρόεδρο της Κοινότητας Βύσσας. Το περιεχόμενο αφορά ανταλλαγή πληροφοριών για κοινοτικά ζητήματα και ζητήματα συμβουλίου, καταδεικνύοντας τη λειτουργία του τοπικού κρατικού μηχανισμού και τις σχέσεις επίβλεψης μεταξύ επαρχίας και κοινοτήτων.​

Η ιστορική αξία του αρχειακού τεκμηρίου δεν περιορίζεται απλώς στη θεσμική του διάσταση. Η ύπαρξη τέτοιων εγγράφων αποτελεί ζωντανή μαρτυρία για τη διοικητική οργάνωση της ελληνικής υπαίθρου την περίοδο του Μεσοπολέμου. Παρέχει αδιάψευστα στοιχεία για τη δομή της διοίκησης—Επαρχία με επικεφαλής Έπαρχο και δίκτυο κοινοτήτων με Προέδρους—καθώς και για τις διοικητικές πρακτικές της εποχής. Ταυτόχρονα, επιτρέπει την ταυτοποίηση προσώπων σε καίριες θέσεις και τη μελέτη των θεσμών σε τοπικό επίπεδο, βοηθώντας την έρευνα για τη συγκρότηση, τη λειτουργία και την εξέλιξη της τοπικής αυτοδιοίκησης στη Θράκη του 20ού αιώνα.​


 

Ίδρυση της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Διδυμοτείχου-Ορεστιάδας

 Η σφραγίδα που απεικονίζεται στην εικόνα μαρτυρεί ότι η «Ένωσις Γεωργικών και Πιστωτικών Συνεταιρισμών Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος» ιδρύθηκε το 1924, αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και τις μαζικές μετακινήσεις προσφύγων προς τη Θράκη. Η ίδρυση της Ένωσης αυτής αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανάγκης των νεοεγκατεστημένων προσφύγων να οργανώσουν την αγροτική τους παραγωγή, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα μέσα επιβίωσης και να στηρίξουν την κοινωνική και οικονομική συνοχή της περιοχής.

Η Ένωση ανήκε στη δευτεροβάθμια βαθμίδα διοίκησης και συνεργαζόταν με πληθώρα τοπικών πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι λειτουργούσε ταυτόχρονα ως αγροτικός και ως πιστωτικός συνεταιρισμός, προσφέροντας στους αγρότες τη δυνατότητα τόσο να προμηθεύονται εφόδια όσο και να εξασφαλίζουν χρηματοδότηση μέσω δανεισμού.


 

Έγγραφο της Compagnie des Chemins de Fer Orientaux προς τον Επιθεωρητή Sivel (Αδριανούπολη, 21 Φεβρουαρίου 1922)

 Το έγγραφο που ακολουθεί προέρχεται από τη Compagnie d’exploitation des Chemins de Fer Orientaux (Εταιρεία Εκμεταλλεύσεως των Ανατολικών Σιδηροδρόμων), μια γαλλική εταιρεία που είχε αναλάβει τη λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αργότερα της Κωνσταντινούπολης και Θράκης κατά την περίοδο των διεθνών κατοχών μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το υπηρεσιακό σημείωμα φέρει ημερομηνία 21 Φεβρουαρίου 1922 και έχει συνταχθεί στην Κωνσταντινούπολη, τότε υπό συμμαχική διοίκηση. Απευθύνεται στον Επιθεωρητή Sivel, ο οποίος υπηρετούσε στην Αδριανούπολη — περιοχή που εκείνη την περίοδο (1919–1922) τελούσε υπό ελληνική διοίκηση.

Η Διεύθυνση της εταιρείας ζητά από τον επιθεωρητή της να λάβει γνώση μιας συνημμένης αλληλογραφίας και να την παρουσιάσει στις Ελληνικές Αρχές, προκειμένου να πληροφορηθεί ποιες ενέργειες προτίθενται να αναλάβουν. Αν και το περιεχόμενο της συνημμένης επιστολής δεν διασώζεται, είναι πιθανό να αφορά ζητήματα σιδηροδρομικής λειτουργίας, διοίκησης, ασφάλειας ή διαχείρισης υποδομών — ζητήματα ιδιαίτερα κρίσιμα εκείνη την εποχή, καθώς το σιδηροδρομικό δίκτυο διέσχιζε περιοχές με ασταθές πολιτικό και στρατιωτικό περιβάλλον.

Η επιστολή αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της διοικητικής αλληλογραφίας της εποχής ανάμεσα σε ξένες επιχειρηματικές οντότητες και τις τοπικές αρχές που είχαν προσωρινό έλεγχο της περιοχής. Οι Ανατολικοί Σιδηρόδρομοι (Chemins de Fer Orientaux) είχαν στρατηγική σημασία, συνδέοντας την Κωνσταντινούπολη με την Ευρώπη, και η λειτουργία τους απαιτούσε συνεργασία με τις εκάστοτε στρατιωτικές και πολιτικές διοικήσεις — στην προκειμένη περίπτωση, τις ελληνικές αρχές της Θράκης.

Το έγγραφο του 1922 αποτυπώνει τη διοικητική πολυπλοκότητα και τις διπλωματικές ισορροπίες που χαρακτήριζαν τη Θράκη την εποχή πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή. Μέσα από μια απλή εντολή υπηρεσιακής επικοινωνίας, αντικατοπτρίζεται η ευρύτερη ιστορική συγκυρία, όπου οι υποδομές, οι διεθνείς εταιρείες και οι στρατιωτικές κατοχές συνυπήρχαν σε ένα πλαίσιο μεταβατικής κυριαρχίας και αβεβαιότητας.